Βερανζέρου 15 & Πατησίων ( 28ης Οκτωβρίου), 106 77 Αθήνα
(Πλησίον Πλατείας Κάνιγγος)

Βερανζέρου 15 & Πατησίων ( 28ης Οκτωβρίου), 106 77 Αθήνα
(Πλησίον Πλατείας Κάνιγγος)

Με το Ν 4640/2019 εντάσσεται αποφασιστικά πλέον ο θεσμός της διαμεσολάβησης στην ελληνική έννομη τάξη. Η νέα ρύθμιση, στα πλαίσια περαιτέρω εναρμόνισης με την ευρωπαϊκή Οδηγία 2008/52/ΕΚ, έρχεται να συμπληρώσει τις ελλείψεις της προηγούμενης (Ν 4512/2018), επιδιώκοντας αποτελεσματικότερα το σκοπούμενο αποτέλεσμα, δηλαδή, την εξεύρεση ταχύτερων διαδικασιών στην επίλυση των διαφορών και την αποσυμφόρηση των δικαστηρίων απο την ολοένα και μεγαλύτερη συσσώρευση εκκρεμών υποθέσεων.        

Ο νομοθέτης, κινούμενος σ’ αυτή την κατεύθυνση, διευρύνει τις περιπτώσεις υποχρεωτικής διαμεσολάβησης στις αστικές και εμπορικές διαφορές που εκδικάζονται με την τακτική διαδικασία και ιδιαίτερα εκείνων του Πολυμελούς Πρωτοδικείου που πρωτίστως παρατηρείται μεγάλη καθυστέρηση στην περαίωση των σχετικών υποθέσεων.  Ειδικότερα, εκτός απο τις αστικες και εμπορικές διαφορές, στις οποίες τα μέρη έθεσαν σε ισχύ, με έγγραφη συμφωνία τους, τη ρήτρα διαμεσολάβησης, επιπρόσθετα, σε υποχρεωτική διαμεσολάβηση υπάγονται οι οικογενειακές διαφορές που αφορούν τις σχέσεις μεταξύ των συζύγων (διατροφή, επιμέλεια κλπ), με εξαίρεση τις γαμικές διαφορές που αφορούν το διαζύγιο, την ακύρωση του γάμου, την αναγνώριση της ύπαρξης ή ανυπαρξίας γάμου, την προσβολή της πατρότητας ή της μητρότητας, την αναγνώριση οτι υπάρχει ή δεν υπάρχει σχέση γονέα–τέκνου ή γονική μέριμνα, εκούσια αναγνώριση τέκνου, υιοθεσία, επιτροπεία (592 παρ 1, περιπτ.. α΄,  β΄, γ και παρ. 2ΚπολΔ). Περαιτέρω, στο νέο νόμο υπάγονται οι διαφορές που εκδικάζονται με την τακτική διαδικασία αρμοδιότητας Μονομελούς Πρωτοδικείου αν το ποσό υπερβαίνει τις 30.000 Ευρώ καθώς και εκείνες του Πολυμελούς Πρωτοδικείου. Εξαιρούνται, ρητά, απο την υποχρεωτική διαμεσολάβηση οι διαφορές στις οποίες διάδικο μέρος είναι το Δημόσιο, ΟΤΑ ή ΝΠΔΔ (άρθρο 6 παρ 2 του Ν4640/2019).

Σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στον ισχύοντα νόμο, η διαδικασία της διαμεσολάβησης διαθρώνεται ως εξής: 

Διορισμός διαμεσολαβητή: α) τα διάδικα μέρη μπορούν κατόπιν επικοινωνίας να επιλέξουν διαμεσολαβητή κοινής αποδοχής ή β) το επισπεύδον μέρος μπορεί να επικοινωνήσει απευθείας με διαμεσολαβητή δικής του επιλογής, ο οποίος στη συνέχεια επικοινωνεί με το άλλο μέρος για να διερευνήσει αν αποδέχεται ή οχι ο αντίδικος την επιλογή του ως διαμεσολαβητή και να λάβει τη σχετική γραπτή έγκριση.

Σε περίπτωση διαφωνίας των μερών ως προς το πρόσωπο του Διαμεσολαβητή, το επισπεύδον μέρος μπορεί να υποβάλει αίτηση ορισμού Διαμεσολαβητή απο την Κεντρική Επιτροπή Διαμεσολάβησης (ΚΕΔ) στον  σχετικό ιστότοπο του Υπουργείου Δικαιοσύνης, στον οποίον εισέρχεται με τους κωδικούς πρόσβασης του taxisnet. Η επιλογή γίνεται κατά σειρά προτεραιότητας με βάση τον αύξοντα αριθμό του Ειδικού Μητρώου Διαμεσολαβητών που τηρείται στην έδρα του Πρωτοδικείου που είναι κατά τόπον αρμόδιο για την εκδίκαση της διαφοράς.

Αίτημα προσφυγής σε διαμεσολάβηση: το επισπεύδον μέρος υποβάλλει στον Διαμεσολαβητή που έχει διοριστεί με την προπεριγραφόμενη διαδικασία, αίτημα προσφυγής στη διαδικασία της διαμεσολάβησης, αποστέλλοντας του ηλεκτρονικά ή με άλλον πρόσφορο τρόπο συμπληρωμένο έντυπο, στο οποίο υποχρεωτικά αναγράφονται τα στοιχεία των μερών σύμφωνα με το 118 περ 3 ΚπολΔ καθώς και το αντικείμενο της διαφοράς και λαμβάνει απόδειξη παραλαβής. Ο Διαμεσολαβητής επικοινωνεί με κάθε πρόσφορο τρόπο με τα μέρη για τον ορισμό της ημερομηνίας και του τόπου διεξαγωγής της υποχρεωτικής αρχικής συνεδρίας διαμεσολάβησης. Η γνωστοποίηση των παραπάνω στοιχείων στα διάδικα μέρη γίνεται υποχρεωτικά εγγράφως με συστημένη επιστολή ή ηλεκτρονικά πέντε (5) τουλάχιστον ημέρες πριν την διεξαγωγής της αρχικής συνεδρίας, για την οποία λαμβάνεται απόδειξη παραλαβής γνωστοποίησης. Τα έξοδα της γνωστοποίησης προκαταβάλλονται απο το επισπεύδον μέρος και επιδικάζονται ως δικαστικά εξοδα εφόσον επακολουθήσει δίκη.

3. Προθεσμίες: Η αρχικη υποχρεωτική συνεδρία διαμεσολάβησης λαμβάνει χώρα το αργότερο εντός είκοσι (20) ημερών απο την επόμενη της αποστολής στο διαμεσολαβητή του αιτήματος προσφυγής στη διαδικασία της διαμεσολάβησης απο το επισπεύδον μέρος. Η προθεσμία αυτή παρατείνεται κατά τριάντα (30) ημέρες αν κάποιο απο τα μέρη κατοικεί στο εξωτερικό.

Στην περίπτωση που τα μέρη αποφασίσουν να συνεχίσουν τη διαδικασία της διαμεσολάβησης και πέραν της πρώτης υποχρεωτικής συνεδρίας, με τον ίδιο ή και διαφορετικό διαμεσολαβητή, συντάσσεται έγγραφο συμφωνίας υπάγωγής της διαφοράς σε διαμεσολάβηση και ακολουθείται η διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο  του Ν 4640/2019. Η διαδικασία θα πρέπει να έχει ολοκληρωθεί εντός σαράντα (40) ημερών απο την επόμενη της λήξης της ανωτέρω εικοσαήμερης προθεσμίάς (ή τριακονθήμερης για τους κατοίκους εξωτερικού). Τα μέρη δύνανται να συμφωνήσουν την παράταση της ανωτέρω προθεσμίας. Το διάστημα 1-31 Αυγούστου δεν υπολογίζεται στις παραπάνω προθεσμίες.

Διεξαγωγή: Η αρχική υποχρεωτική συνεδρία έχει χαρακτήρα εμπιστευτικό και δεν τηρούνται πρακτικά. Οι πληροφορίες που αντλεί ο διαμεσολαβητής απο το ένα μέρος δεν γνωστοποιούνται στο άλλο χωρίς τη σύμφωνη γνώμη του μέρους που τις παρείχε. Οι διαμεσολαβητές, τα μέρη, οι νομικοί παραστάτες τους δεν εξετάζονται ως μάρτυρες και δεν επιτρέπεται να προσκομίσουν στοιχεία που προέκυψαν απο τη διαδικασία. Τα μέρη παρίστανται αυτοπροσώπως μαζί με τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους. Τα νομικά πρόσωπα παρίστανται εκπροσωπούμενα απο το νόμιμο εκπροσωπό τους ή τον αντιπρόσωπο που αυτός διορίζει με εξουσιοδότηση και θεώρηση του γνήσιου της υπογραφής του. Κατ’ εξαίρεση, επιτρέπεται η συμμετοχή μόνο του πληρεξουσίου δικηγόρου δυνάμει εξουσιοδότητησης όταν το μέρος αποδεδειγμένα αδυνατεί να παραστεί κυρίως λόγω ασθένειας ή δυσκολίας μετακίνησης και δεν είναι δυνατή η τηλεδιάσκεψη.

Μετά το πέρας της υποχρεωτικής αρχικής συνεδρίας συντάσσεται πρακτικό απο τον διαμεσολαβητή και υπογράφεται απο τον ίδιο, τα μέρη και όλους τους συμμετέχοντες. Σε περίπτωση τυχόν άσκησης αγωγής ή αν αυτή έχει ήδη ασκηθεί, το πρακτικό αυτό κατατίθεται στο δικαστήριο μαζί με τις προτάσεις επί ποινή απαράδεκτου της συζήτησης της υπόθεσης. Στο δε, πρακτικό αναγράφονται υποχρεωτικά ο τρόπος και η ημερομηνία γνωστοποίησης της υποχρεωτικής αρχικής συνεδρίας καθώς και η συμμετοχή των μερών ή μη σ’αυτήν. Συνεπώς, η υποχρέωση προσφυγής στη αρχική συνεδρία της διαμεσολάβησης δεν επηρεάζει το παραδεκτό της άσκησης της αγωγής αλλά μόνο σε περίπτωση αποτυχίας συνέχισης της διαδικασίας, η μη κατάθεση του πρακτικού περάτωσης της υποχρεωτικής αρχικής συνεδρίας μαζί με τις προτάσεις αποτελεί λόγο απαράδεκτου της συζήτησης.

Συνέπειες μη προσέλευσης στην υποχρεωτική συνεδρία: το δικαστήριο που επιλαμβάνεται της διαφοράς μπορεί να επιβάλλει στο μέρος που δεν προσήλθε ύστερα απο νομότυπη γνωστοποίηση στην υποχρεωτική αρχική συνεδρία, χρηματική ποινή απο 100 έως 500 Ευρώ.

Εκτελεστότητα του πρακτικού διαμεσολάβησης: το εν λόγω πρακτικό αποτελεί απο την κατάθεσή του στη γραμματεία του αρμοδίου δικαστηρίου, εκτελεστό τίτλο, κατά το άρθρο 904 παρ 2 περιπτ. ζ΄ΚπολΔ. Συνεπως, κατα αυτού μπορεί να ασκηθεί η ανακοπή του 933ΚπολΔ, εφόσον η συμφωνία μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο αναγκαστικής εκτέλεσης. Το απόγραφο εκδίδεται ατελώς.

Μετά την κατάθεση του πρακτικού επίτευξης συμφωνίας στη γραμματεία του κατά τόπο και καθ’ ύλη αρμόδιου δικαστηρίου, η άσκηση αγωγής για την ίδια διαφορά είναι απαράδεκτη στο μέτρο που το αντικείμενό της καλύπτεται απο τη συμφωνία των μερών. Τυχόν δε, εκκρεμής δίκη, καταργείται.

Αν η συμφωνία που περιέχεται στο πρακτικό περιλαμβάνει διατάξεις που αφορούν δικαιοπραξίες, οι οποίες σύμφωνα με το νόμο πρέπει να περιβληθούν τον συμβολαιογραφικό τύπο, γι΄αυτές πρέπει να συνταχθεί το σχετικό συμβολαιογραφικό έγγραφο.

Επιπρόσθετα, το πρακτικό διαμεσολάβησης μπορεί να ισχύσει ως εγγραπτέος τίτλος στα οικεία βιβλία των υποθηκοφυλακείων και Κτηματολογικών γραφείων. Σύμφωνα με την υπ’ αριθμ. 1292/2019 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών που έκρινε το σχετικό ζήτημα «το πρακτικό διαμεσολάβησης με το οποιο επιλύεται διαφορά που αφορά σε ακίνητο κατά τρόπο ωστέ να συνίσταται, αλλοιώνεται, μετατίθεται ή καταργείται εμπράγματο δικαίωμα, από και με την κατάθεση του στη γραμματεία του αρμόδιου πρωτοδικείου, οπότε είναι και τίτλος εκτελεστός, σύμφωνα με το άρθρο 904 παρ 2 εδ γ’ ΚπολΔ, αναπληρώνει πλήρως το συμβολαιογραφικό τύπο που προβλέπεται απο το ουσιαστικό δίκαιο κατ’ ανάλογη εφαρμογή του άρθου 293 παρ 1 εδ γ΄ ΚπολΔ και μπορεί να μεταγραφεί  ή να καταχωρηθεί στο κτηματολόγιο».

Ειδικότερα ζητήματα που άπτονται του κύρους του εν λόγω πρακτικού πχ ακυρότητας ή ακυρωσίας της συμφωνίας που περιέχεται σε αυτό, μπορούν να προβληθούν με τις σχετικές αγωγές λόγω πλάνης, απειλής κλπ όπως σε κάθε ιδιωτική συμφωνία.

 Αποτελέσματα της διαμεσολάβησης στην παραγραφή, αποσβεστική προθεσμία και δικονομικές προθεσμίες: Η έγγραφη γνωστοποίηση της αρχικής συνεδρίας διαμεσολάβησης ή η συμφωνία εκούσιας προσφυγής στη διαμεσολάβηση, αναστέλλει την παραγραφή και την αποσβεστική προθεσμία άσκησης των σχετικών αξιώσεων καθώς και τις δικονομικές προθεσμίες των άρθρω 237 και 238 του ΚπολΔ. Με την επιφύλαξη των διατάξεων 261,262 και 263 του ΚπολΔ, η παραγραφή και η αποσβεστική προθεσμία συνεχίζονται την επομένη της σύνταξης του πρακτικού μη επίτευξης συμφωνίας ή της επίδοσής δήλωσης αποχώρησης απο τη διαδικασία της διαμεσολάβησης του ενός μέρους προς το άλλο  και προς τον διαμεσολαβητή ή με οποιονδήποτε τρόπο κατάργησης της διαδικασίας διαμεσολάβησης. Στην περίπτωση επίτευξης συμφωνίας, η συνέχιση των δικονομικών προθεσμιών ισχύει για τα αντικείμενα της δίκης που δεν καλύπτονται απο τη συμφνωνία των μερών.

Τέλος, να επισημανθεί οτι σύμφωνα με τη νέα ρύθμιση ο πληρεξούσιος δικηγόρος στο οποίο έχει ανατεθεί διαφορά υπαγόμενη σε υποχρεωτική διαμεσοβάβηση, έχει την υποχρέωση να ενημερώσει εγγράφως τον εντολέα του για την υποχρέωση προσφυγής στη διαδικασία της διαμεσολάβησης και στην συμμετοχή στην αρχική συνεδρία όπου αυτή επιβάλλεται. Ετσι, το εν λόγω ενημερωτικό έγγραφο –που συνυπογράφεται υποχρεωτικά απο τον εντολέα- πρέπει για το παραδεκτό της άσκησης της να συνυποβάλεται μαζί με το εισαγωγικό δικόγραφο της αγωγής.

Γίνεται, λοιπόν, αντιληπτό οτι ο νομοθέτης του Ν 4640/2019 καταστρώνει μια επαρκώς δομημένη και διαρθωμένη διαδικασία εξωδικαστικής επίλυσης των διαφορών, η οποία λαμβάνει χώρα στο πλαίσιο της απόλυτης εχεμύθειας, σε πνεύμα καλόπιστης συμπεριφοράς και διάθεσης για ταχεία και αποτελεσματική διευθέτηση της διαφοράς, παρακάμπτωντας τις γραφειοκρατικές αγκυλώσεις και τη χρονοβόρα διαδικασία των δικαστηρίων και μετριάζοντας το ψυχολογικό και οικονομικό κόστος της δίκης. Μένει, όμως, να διαπιστωθεί στην πράξη, αν αυτός ο σχετικά νεοπαγής θεσμός  καταφέρει να κάμψει την επιφυλακτικότητα που αναμενόμενα συνοδεύει ένα νέο θεσμό και να εδραιωθεί στην ελληνική έννομη πραγματικότητα, καθιερώνοντας στην ελληνική νοοτροπία ένα εναλλακτικό τρόπο επίλυσης των διαφορών ή θα αποτελέσει ένα ακόμη γραφειοκρατικό πρόσκομμα στην παροχή δικαστικής προστασίας.

Share This